< Επισκόπηση προηγούμενης Θ.Ενότητας | Επισκόπηση επόμενης Θ.Ενότητας > |
Φιδέλ Επισκέπτης
|
Δημοσιεύθηκε: Παρ Σεπ 26, 2008 9:45 am Θέμα δημοσίευσης: Χωρισμός Κράτους-Εκκλησίας: Οκτώ επισημάνσεις |
|
|
|
Απο το μπλογκ Zorba The Greek, "Οκτώ Επισημάνσεις γιά τις σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας".
http://zorbagr.wordpress.com/2008/09/26/church-vs-state/
Στο πρόσφατο απαράδεκτο τελεσίγραφο που, εμμέσως πλην σαφώς, απέστειλε προς το ΠΑΣΟΚ ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Αλέκος Αλαβάνος και στο οποίο «αραδιάζει», με πρωτοφανή προχειρότητα, έξι προτάσεις γιά (δήθεν) προγραμματική συνεργασία, περιλαμβάνεται και ο περίφημος «χωρισμός Εκκλησίας-Κράτους». Είναι το δεύτερο υπΆ αριθμόν ζήτημα που θέτει στην πρόταση-τελεσίγραφο ο κ.Αλαβάνος. Με αφορμή το παραπάνω, αλλά και διάφορες ενδιαφέρουσες συζητήσεις που διαβάζω τόσο στον Τύπο όσο και σε ιστολόγια, παραθέτω ορισμένες σκέψεις επί του θέματος, μακριά από μουχλιασμένες θρησκοληψίες αλλά και αντιεκκλησιαστικές εμμονές:
1. Πρώτον, η έκφραση «χωρισμός Εκκλησίας-Κράτους», από μόνη της, είναι λανθασμένη. Και αυτό διότι οι αρμοδιότητες του κράτους είναι συνταγματικώς διαχωρισμένες από τις αντίστοιχες της Εκκλησίας. Ως εκ τούτου, πρέπει να μιλάμε γιά «επαναπροσδοιορισμό των σχέσεων Κράτους-Εκκλησίας» και όχι περί χωρισμού. Επαναπροσδοιορισμός που ως βάση του πρέπει να είναι η απαρέκλητη εφαρμογή των θρησκευτικών ελευθεριών οι οποίες άλλωστε προστατεύονται ποικιλοτρόπως - ο καθένας είναι ελεύθερος να τελέσει πολιτικό γάμο, πολιτική κηδεία ή να μη βαφτίσει το παιδί του. Προς αυτήν την κατεύθυνση συνέβαλε, ασφαλώς, θετικά και η απάλειψη του θρησκεύματος από τις ταυτότητες.
2. Αρκετοί ζητούν πλήρη αναθεώρηση του άρθρου 3 του Συντάγματος, το οποίο αναφέρεται στις σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας. Το γεγονός, όμως, ότι ως επικρατούσα θρησκεία της χώρας αναφέρεται η Θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού δεν περιορίζει την ελευθερία έκφρασης άλλων θρησκευτικών πεποιθήσεων ή αθεϊσμού. ¶λλωστε, η συνταγματική έννοια της «επικρατούσας» θρησκείας σημαίνει όχι επίσημη ή κρατική θρησκεία (όπως π.χ. στην Αγγλία, τη Νορβηγία ή άλλες ευρωπαϊκές χώρες) αλλά θρησκεία της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού (Ευ.Βενιζέλος, ομιλία στον Δ.Σ.Α, 8.6.2008 & Αναστάσιος Μαρίνος, Εφημ. «Εστία», 12.5.2005). Προς τι λοιπόν οι φωνές περί αναθεώρησης ή και κατάργησης;
3. Η μισθοδοσία των κληρικών - το σημαντικότερο ίσως ζήτημα. Επικρατεί - ορθώς - η άποψη ότι η μισθολογική εξάρτηση των κληρικών από το κράτος δημιουργεί ένα «δημοσιουπαλληλικό status quo». Καμία αντίρρηση. Στο άρθρο 13, παράγραφος 3 του Συντάγματος, όμως, αναφέρεται χαρακτηριστικά πως οι λειτουργοί όλων των γνωστών θρησκειών υπόκεινται στην ίδια εποπτεία της Πολιτείας και στις ίδιες υποχρεώσεις απέναντι της, όπως και οι λειτουργοί της επικρατούσας θρησκείας - δηλαδή, ίση αντιμετώπιση των λειτουργών κάθε γνωστής θρησκείας. Σημειώνεται πως ο Μουφτής της Κομοτηνής είναι δημόσιος υπάλληλος και πληρώνεται από την τσέπη των φορολογουμένων. Ίση αντιμετώπιση, λοιπόν, δε σημαίνει αναγκαστικά διακοπή της μισθοδοσίας του κληρου - μπορεί να ερμηνευτεί και ως επέκταση, σε βάθος χρόνου, της μισθοδοσίας και σε κληρικούς άλλων γνωστών θρησκειών. Ακόμη όμως κιΆ αν αποφασιστεί η πλήρης διακοπή της μισθοδοσίας του ορθόδοξου κλήρου, ποιός εγγυάται ότι η ηγεσία της Εκκλησίας δε θα ζητήσει απΆ το κράτος να της επιστραφεί μέρος της περιουσίας (κτιριακής υποδομής) που του είχε δωρίσει: π.χ. η Ακαδημία Αθηνών, το Πανεπιστήμιο Αθηνών, Εθνική Βιβλιοθήκη, Ασκληπείο Βούλας, Νοσοκομείο Παίδων, Νοσοκομείο Συγγρού, Μετσόβειο Πολυτεχνείο, Μαράσλειος Ακαδημία, Γεννάδειος βιβλιοθήκη, Αιγινήτειο Νοσοκομείο, Αρεταίειο Νοσοκομείο, Ορφανοτροφείο Βουλιαγμένης, ΠΙΚΠΑ Βούλας, Ιπποκράτειο Νοσοκομείο κλπ.. Επομένως όταν μιλούν ορισμένοι, καλό είναι να λαμβάνουν όλα τα δεδομένα υπΆ όψιν.
4. Με την παρούσα νομοθεσία η Εκκλησία της Ελλάδος αποτελεί Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου - ο «χωρισμός κράτους-εκκλησίας», με την έννοια που του δίνουν ορισμένοι, σημαίνει την μετατροπή της Εκκλησίας σε Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, δηλαδή ισάξιο σωματείου. Αξίζει να θυμηθούμε όμως πως ΝΠΔΔ είναι και το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο όπως και οι κατά τόπους κοινότητες του στην Ελλάδα (συνολικός πληθυσμός περί τους 5.500), ενώ μέχρι πριν από λίγα χρόνια και η Καθολική Εκκλησία Ελλάδος χαρακτηρίζονταν ΝΠΔΔ.
5. Η παρούσα νομοθεσία, όπως αυτή κατοχυρώνεται από την αρ. 2601/1998 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, επιτρέπει σε όποιον δεν επιθυμεί να ορκιστεί στο Ευαγγέλιο να μην το πράξει. ΠαρΆ όλα αυτά, χάρην του κοσμικού χαρακτήρα του κράτους και της προάσπισης των θρησκευτικών πεποιθήσεων, είναι νομίζω επιβεβλημένη η καθιέρωση του πολιτικού όρκου ως υποχρεωτικού. Ο θρησκευτικός όρκος θα μπορούσε βεβαίως να ισχύει προαιρετικά, για όσους το επιθυμούν.
6. Ακούω και διαβάζω γνώμες γιά κατάργηση του μαθήματος των θρησκευτικών και άλλες γιά αναπροσαρμογή του μαθήματος, από Θρησκευτικά σε Θρησκειολογία. Το άρθρο 16, παράγραφος 3 του Συντάγματος μας λέει: «Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την [...] ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλαση τους σε ελεύθερους πολίτες». Σύμφωνα με το Συνήγορο του Πολίτη, «η άσκηση του δικαιώματος απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών δεν μπορεί να συνοδεύεται από αξίωση απόκαλυψης, έστω και αρνητικής, των θρησκευτικών πεποιθήσεων». Επομένως σε αυτό το σημείο έχουμε δύο, αντικρουόμενα μεταξύ τους, ζητήματα: από τη μιά τη διαφύλαξη του δικαιώματος στη μη αποκάλυψη των θρησκευτικών πεποιθήσεων και από την άλλη την εξασφάλιση του δικαιώματος των γονέων να αποφασίζουν αυτοί γιά την εκπαίδευση των ανήλικων παιδιών τους. Ως εκ τούτου, η μέση λύση βρίσκεται στην καθιέρωση ως υποχρεωτικού του μαθήματος της Θρησκειολογίας (σύμφωνο με το Σύνταγμα) και ως μαθήματος προαιρετικής επιλογής τα Θρησκευτικά με τη σημερινή τους μορφή.
7. Η φορολόγηση της αξιοποιούμενης εκκλησιαστικής περιουσίας, όπως την πρότεινε πρόσφατα ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Παπανδρέου, αποτελεί ένα σωστό μέτρο. Φορολόγηση η οποία βεβαίως πρέπει βρίσκεται σε αρμονία με την ισχύουσα νομοθεσία φορολόγησης της Εκκλησίας, μέσω των εσόδων των Ιερών Ναών (περίπου 20% νομίζω), αλλά και της ανάλογης φορολόγησης των κληρικών ως δημοσίων υπαλλήλων.
8. Τελευταίως ορισμένοι συγχέουν, είτε από άγνοια είτε επιτηδευμένα, τα πρόσφατα απεχθή οικονομικά σκάνδαλα Μονών του Αγίου Όρους με την Εκκλησία της Ελλάδος. ¶λλο πράγμα το ¶γιο Όρος, άλλο η Εκκλησία της Ελλάδος (Ιωάν. Κονιδάρης, 22.9.2008, Alter). Καθότι, ως γνωστόν το ¶γιο Όρος δεν υπάγεται, ποιμαντορικά, στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών αλλά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ως εκ τούτου, η αναπροσαρμογή των σχέσεων Εκκλησίας-Κράτους (ή ακόμη, υποθετικά, και η πλήρης κατάργηση της Εκκλησίας της Ελλάδος) δε θα επηρέαζε στο ελάχιστο τις όποιες δραστηριότητες Μονών του Αγίου Όρους οι οποίες και δική τους διοίκηση διαθέτουν και πλήρη αυτονομία δράσης.
Συμπέρασμα; Ο χωρισμός Εκκλησίας-Κράτους ουσιαστικά υπάρχει. Αυτό που είναι αναγκαίο, τόσο γιά το κράτος όσο και γιά την Εκκλησία, είναι ο επαναπροσδοιορισμός των διακριτών ρόλων τους σε μιά ευνομούμενη κοινωνία πλήρους θρησκευτικής ελευθερίας. Ούτε η Εκκλησία να αναμειγνύεται στην πολιτική, ούτε η πολιτική στην Εκκλησία. Θα συμφωνήσω επομένως πλήρως με τα γραφόμενα του Συνταγματολόγου και βουλευτή Ανδρέα Λοβέρδου πως «δεν υπάρχουν θέματα θρησκευτικής ελευθερίας που να μας σπρώχνουν στο χωρισμό κράτους-εκκλησίας. Επιθυμώ η Ορθόδοξη Εκκλησία, ως επικρατούσα στη χώρα μας θρησκεία, να έχει την αναγνώριση του άρθρου 3 του Συντάγματος, με κριτήριο του τι ασπάζεται η συντριπτική πλειοψηφία των ελλήνων πολιτών. Αυτό καταλήγει σΆ ένα ζήτημα Πρωτοκόλλου κατά βάση σε ότι αφορά στην Εκκλησία και τίποτε άλλο» (Ελεύθερος Τύπος, 21.6.2000). Ποιοί είναι αυτοί που μιλούν διακαώς γιά τον περίφημο χωρισμό του Κράτους από την Εκκλησία; Η πρώτη κατηγορία είναι πιθανόν όσοι αγνοούν τις διατάξεις του Ελληνικού Συντάγματος και των νομοθετικών ρυθμίσεων που από μόνες τους προσδοιορίζουν τους διακριτούς ρόλους της κοσμικής και θρησκευτικής ηγεσίας. Τις υπόλοιπες δύο τις περιγράφει σε σχετικό άρθρο με το δικό του, ξεχωριστό τρόπο, ο καθηγητής Χρήστος Γιανναράς:
Παράθεση: | «Oι μεν θέλουν, με νόμους και θεσμούς, να επιβάλουν στο κοινωνικό σώμα τον ιδεολογικό («προοδευτικό» όπως πιστεύουν) αντικληρικαλισμό τους, αποκύημα μεταπρατικού «μοδέρνου» μηδενισμού. Θέλουν ο πολιτισμός να είναι μόνο ψυχαγωγία χωρίς σχέση με «νόημα» βίου. Θέλουν τους νόμους και τους θεσμούς να υπηρετούν στυγνά ατομοκεντρικές (ατομικών δικαιωμάτων), όχι κοινωνιοκεντρικές προτεραιότητες. Oι άλλοι, του εκκλησιαστικού γεγονότος οι αλλοτριωμένοι διάκονοι, θέλουν να κατοχυρώσουν, επίσης με νόμους και θεσμούς, εξουσιαστικές προνομίες αρχιερέων και ιερέων «επικρατούσης θρησκείας». Να επιβάλλεται η «επικρατούσα θρησκεία» σαν κυρίαρχη κρατική ιδεολογία, ώστε να απολαμβάνουν κύρος κρατικών αξιωματούχων οι κληρικοί της και μονοπωλιακά δικαιώματα οι «αρχές» της. Να μισθοδοτείται από το κράτος το ιερατείο για τη χρηστική ωφελιμότητα του έργου του, να διαχειρίζεται επιχορηγήσεις και «κοινοτικά προγράμματα» για πρωτοβουλίες κοινωνικής πρόνοιας».
(«Καθημερινή», 5.2.2006) |
|
|
Επιστροφή στην κορυφή |
|
|
Επισκέπτης
|
Δημοσιεύθηκε: Σαβ Οκτ 11, 2008 12:25 am Θέμα δημοσίευσης: Αδύνατη η απαλλοτρίωση της Εκκλησιαστικής Περιουσίας |
|
|
|
ΑΔΥΝΑΤΗ, ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΑ, Η ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ. Από το blog "Zorba The Greek" (http://zorbagr.wordpress.com)
Γράμμα απΆ την Ιστανμπούλ: αναγνώστης Μπακλαβατζίογλου.]
Κύριε Ζορμπά,
με τα πρόσφατα γεγονότα των «άνομων Βατοπαιδίων», των ύποπτων συναλλαγών, των βυζαντινών χρυσοβούλων και της γενικότερης απαξίωσης του Αγίου Όρους εξαιτίας των Εφραίμηδων και των λοιπών απατεώνων με τα ράσα, επανήλθε στην επικαιρότητα το ζήτημα της Εκκλησιαστικής Περιουσίας. Όπως, όμως, σε όλες τις εν Ελλάδι δημόσιες συζητήσεις και αυτό το ζήτημα αντιμετωπίζεται μέχρι στιγμής με τη γνωστή προχειρότητα, δηλωτική έλλειψης ψυχραιμίας. Είναι καιρός, νομίζω, κάποια στιγμή, να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα.
Κάποιοι ζητούν δήμευση (απαλλοτρίωση) της Εκκλησιαστικής Περιουσίας. Αξίζει να θυμήσουμε πως το κράτος είχε δημεύσει κατά το παρελθόν την περιουσία της Εκκλησίας δύο φορές, το 1833 και το 1919. Τη δεκαετία του ΅30, με το Νόμο υπΆ αριθμ. 4684/1931 η ελληνική πολιτεία ρευστοποίησε την πλειοψηφία της τότε ακίνητης περιουσίας των Μονών. Η προσπάθεια του Αντώνη Τρίτση το 1987 (νόμος 1700/87) γιά τον ίδιο σκοπό απορρίφθηκε τόσο από την ελληνική δικαιοσύνη, όσο και από το Συμβούλιο της Ευρώπης. Επομένως πρέπει να γίνουν δύο επισημάνσεις: πρώτον, κάθε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ) κατέχει το Συνταγματικό δικαίωμα να έχει περιουσία και να τη διαχειρίζεται όπως αυτό νομίζει καλύτερα. Δεύτερον, η εκκλησιαστική περιουσία δεν ανήκει σε ένα ΝΠΔΔ (π.χ. στη Μητρόπολη Αθηνών), ώστε να μπορούσε το κράτος να διαπραγματευτεί τη δήμευση της, αλλά σε περίπου οκτώ χιλιάδες διαφορετικά ΝΠΔΔ (Μητροπόλεις, Ναούς, Μονές, Ιδρύματα κλπ).
Ως εκ τούτου η δήμευση της περιουσίας της Εκκλησίας καθίσταται και νομικά αδύνατη. Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Το ίδιο το ελληνικό κράτος στη συμφωνία του 1952 μεταξύ Πολιτείας-Εκκλησίας έχει δεσμευτεί γιά συγκεκριμένα ζητήματα που είναι μάλλον αδύνατο να αθετίσει. Πρώτον, με τη σύμβαση της 18/9/1952, το κράτος έλαβε το 80% περίπου της καλλιεργήσιμης γης που ήταν υπό την ιδιοκτησία της Εκκλησίας - ταυτόχρονα δε, στη σύμβαση του ΅52, περιλαμβάνεται σχετική διάταξη η οποία αναφέρει ρητά πως αυτή ήταν η τελευταία απαλλοτρίωση περιουσιακών στοιχείων της εκκλησίας και πως δεν πρόκειται να επαναληφθεί στο μέλλον. Τα παραπάνω, υποθέτω, πως όσοι φίλοι ζητούν, έτσι αυθαίρετα, τη δήμευση της εκκλησιαστικής περιουσίας τα αγνοούν, ή έστω, κάνουν πως τα αγνοούν.
Κύριε Ζορμπά,
θα ήταν ανόητο να αρνηθεί κανείς ότι η περιουσία της Εκκλησίας είναιπράγματι πολύ μεγάλη. Αν θέλουμε όμως να είμαστε δίκαιοι, πρέπει να σημειώσουμε πως το ελληνικό κράτος, από ιδρύσεως του, έχει επωφεληθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό (μεγαλύτερο απΆ ότι η ίδια η Εκκλησία) από αυτήν την περιουσία. Ο λόγιος πατήρ Γεώργιος Μεταλληνός, καθηγητής Θεολογίας του Πανεπ. Αθηνών, υποστηρίζει (20.10.2005) πως από το 1833 έως το 1950 έγιναν συνολικά περί τις 320 απαλλοτριώσεις της εκκλησιαστικής περιουσίας. Εγώ θα εστιάσω σε τρία βασικά σημεία:
1. η ξενόφερτη βασιλεία του Όθωνα, των αρχών του 19ου αιώνα, αποφάσισε με σχετικά διατάγματα (1833,-34) την απαλλοτρίωση της περιουσίας περίπου 400 μοναστηριακών ιδρυμάτων προκειμένου να δημιουργήσει το "εκκλησιαστικό ταμείο".
2. Κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής καταστροφής (του γνωστού Συνωστισμού), με τους νόμους 1072/1921 και 2050/1920 απαλλοτριώθηκαν εκτάσεις προκειμένου να εγκατασταθεί μεγάλος αριθμός προσφύγων. Τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν πως από την περίοδο 1917-1930, η Πολιτεία χρωστά (τρόπον τινά, λαμβάνοντας υπΆ όψιν τις απαλλοτριώσεις) στην Εκκλησία περί τις 900 εκατομμύρια προπολεμικές δραχμές.
3. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω ποιό είναι το πραγματικό - μεγάλο ή μικρό - φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας. Οφείλουμε, όμως, να σημειώσουμε το βέβαιον: πως πληθώρα κρατικών και ιδιωτικών κτιριακών εγκαταστάσεων στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη και στην επαρχία, έχουν κατά το παρελθόν παραχωρηθεί από την Εκκλησία στην Πολιτεία και σε ιδιώτες. Μεταξύ αυτών είναι οι ακόλουθες εγκατάστασεις στο νομό Αττικής: τα Νοσοκομεία Αιγινήτειο, Παίδων, Συγγρού, Σωτηρία, Ασκληπείο Βούλας, Ιπποκράτειο Αθηνών και Θεραπευτήριο Ευαγγελισμός, η Εθνική Βιβλιοθήκη, το Πανεπιστήμιο Αθηνών, η Ακαδημία Αθηνών, Μαράσλειος Ακαδημία, Ριζάρειος Σχολή, Μετσόβειο Πολυτεχνείον, Γηροκομείο Αθηνών, περί τα 140 σχολεία (Δημοτικά, Γυμνάσια, Λύκεια) στο νομό Αττικής, το Ορφανοτροφείο και το ΠΙΚΠΑ Βουλιαγμένης, το Πτωχοκομείο Δήμου Αθηναίων.
Κύριε Ζορμπά,
σε αυτό το ιστολόγιο είμαστε ξεκάθαροι. Ούτε η Εκκλησία, ούτε οι Μονές, ούτε οι ηγούμενοι και προηγούμενοι, ούτε και ο Θεός ο ίδιος, έχουν δικαίωμα να διεκδικούν τις περιουσίες του κόσμου με βυζαντινά και οθωμανικά χρυσόβουλα. Και οι κάθε λογής Εφραίμηδες ουδεμία δικαιολογία έχουν γιά τις (παρ)άνομες πράξεις τους. Είναι όμως άτοπο να ζητούν ορισμένοι τη δήμευση της περιουσίας της Εκκλησίας, με το πρόσχημα των πρόσφατων σκανδάλων. Είναι νομικά και πρακτικά αδύνατο να γίνει κάτι τέτοιο. Η Εκκλησία, ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, έχει το Συνταγματικό Δικαίωμα να διατηρεί περιουσία και μόνο η εγκαθίδρυση φασιστικού καθεστώτος θα μπορούσε να της στερήσει τούτο δικαίωμα. Αυτό που πρέπει, όμως, να γίνει - και το οποίο το αναφέρατε εδώ στο ιστολόγιο στο πολύ κατατοπιστικό κείμενο περί των σχέσεων Εκκλησίας και Κράτους - είναι η φορολόγηση της αξιοποιούμενης περιουσίας της Εκκλησίας. Έτσι και το κράτος θα ωφεληθεί οικονομικά και θα υπάρχει, προφανώς, καλύτερος έλεγχος των περιουσιακών στοιχείων της εν Ελλάδι Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Πηγή: http://zorbagr.wordpress.com/2008/10/10/church-property/
|
|
Επιστροφή στην κορυφή |
|
|
|
Μπορείτε να δημοσιεύσετε νέο Θέμα σ' αυτή τη Δ.Συζήτηση Μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης Δεν μπορείτε να επεξεργασθείτε τις δημοσιεύσεις σας σ' αυτή τη Δ.Συζήτηση Δεν μπορείτε να διαγράψετε τις δημοσιεύσεις σας σ' αυτή τη Δ.Συζήτηση Δεν έχετε δικαίωμα ψήφου στα δημοψηφίσματα αυτής της Δ.Συζήτησης
Όλες οι Ώρες είναι GMT + 2 Ώρες |
|
|
|
|