Περιοδικό Πολιτικής Και Πολιτισμικής Παρέμβασης


Σε εποχές που βασιλεύει το ψέμα, η διάδοση της αλήθειας είναι πράξη επαναστατική
Οι Ορθόδοξοι Μπροστά στο Χάος της «Νέας Εποχής»

< Επισκόπηση προηγούμενης Θ.Ενότητας | Επισκόπηση επόμενης Θ.Ενότητας > 
Συγγραφέας Μήνυμα
ΘΑΛΕΙΑ
Επισκέπτης





ΔημοσίευσηΔημοσιεύθηκε: Παρ Νοέ 26, 2010 10:42 pm    Θέμα δημοσίευσης: Οι Ορθόδοξοι Μπροστά στο Χάος της «Νέας Εποχής» Απάντηση με παράθεση αυτού του μηνύματος
Θα αναδημοσιεύσουμε σειρά άρθρων του π. Γεωργίου Μεταλληνού τα οποία έχουν δημοσιευτεί στο περιοδικό.
Θα αρχίσουμε από το πρώτο τεύχος.


Οι Ορθόδοξοι Μπροστά στο Χάος της «Νέας Εποχής»
Γράφει ο π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός



1. Η εποχή μας σφραγίζεται καθοριστικά από μια νέα ιστορική συγκυρία, τη Νέα Παγκόσμια Τάξη πραγμάτων, ως στρατιωτικοπολιτική έκφραση της Νέας Εποχής, που ορίζεται αφετηριακά από τον πόλεμο του Κόλπου και την κατάρρευση του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού», το κενό του οποίου έσπευσε να καλύψει η αναδυθείσα παγκόσμια Μονοκρατορία, η Pax Americana, που μεταφέρει τον κόσμο μας αναδρομικά στην ενότητα της Pax Romana και σΆ ό,τι αυτή μπορεί να περικλείει για τον άνθρωπο και τον κόσμο. Όπως τότε, έτσι και σήμερα, η ανθρωπότητα εντάχθηκε σΆ ένα παγκόσμιο σύστημα πολιτικής και αξιών, που ελέγχει και διαμορφώνει καθολικά, μέσω της ενιαιοποιούμενης παιδείας και των κατευθυνόμενων Μ.Μ.Ε., τον άνθρωπο και την κοινωνία ως πλανητικό άνθρωπο και πλανητική-ολιστική κοινωνία.

Στο σημείο αυτό επιτρέπεται ένας παραλληλισμός: Στις 11.5.330 αναδύεται ένα νέο ιστορικό μέγεθος, η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης (Ρωμανία από τον δ΄ αι. ή «Βυζαντίου» από το 1562), που υποστασιωνόταν με το τρίπτυχο: εκχριστιανισμένος ρωμαϊκός κρατικός φορέας-ελληνικός πολιτισμός/παιδεία και χριστιανική ορθοδοξία, ως ψυχή και ζωοοποιητική δύναμη του νέου αυτού παγκόσμιου μορφώματος.

Η σημερινή Νέα Εποχή, ως παγκόσμια αυτοκρατορία, ανατρέπει και υποκαθιστά το παλαιό με το δικό της τρίπτυχο: παγκόσμια πολιτική εξουσία–παγκόσμιος πολιτισμός, με την προϊούσα επικράτηση του δυτικού πολιτισμού, και παγκόσμια θρησκεία, ως Πανθρησκεία, για τη διαμόρφωση ολιστικής συνείδησης πάνω στην πανθεϊστική βάση: Όλοι ένα – όλοι Θεός! Μέσα στην πολυωνυμία του Υδροχοϊκού Μεσσία αθετείται η μοναδικότητα και αποκλειστικότητα του ενανθρωπήσαντος Θεού Λόγου στη δυνατότητα σωτηρίας ως θέωσης. Η ιδεολογία της Νέας Εποχής συνιστά, έτσι, πρόκληση ουσιαστική για την Ορθοδοξία.

Η Νέα Εποχή συνδέεται με τη μόνιμη πια στο δυτικό κόσμο χιλιαστική προσδοκία (ευδαιμονισμός), στα όρια μιας ενδοκοσμικής εσχατολογίας καθολικής ευημερίας και ειρήνης. Η ηχηρότητα αυτών των επαγγελιών δεν αποτρέπει όμως την απογοήτευση, καθώς γίνεται φανερό, ότι απλώς αναπαράγεται το παλαιό σύστημα με όλη την παθολογία και παθογένειά του.

2. Η Νέα Τάξη οδήγησε σε μια (νέα) Μονοκρατορία, την κυριαρχία μιας (νέας) παγκόσμιας Υπερδύναμης. Τα Χριστούγεννα εμείς οι ορθόδοξοι ψάλλουμε στο υπέροχο τροπάριο της Αγίας Κασσίας ή Κασσιανής, για τη «νέα τάξη» και την εγκόσμια μονοκρατορία της Παλαιάς Ρώμης, τα λόγια: «υπό μίαν βασιλείαν εγκόσμιον τα έθνη εγένοντο».

Σήμερα τα έθνη της εποχής μας «γίνονται» και πάλι υπό μια παγκόσμια βασιλεία,
εντασσόμενα -αναγκαστικά και στανικά- σΆ ένα κατασκευασμένο παγκόσμιο πολιτικό σχήμα, με την επιβολή σΆ όλα τα επίπεδα και όλους τους χώρους της μονοκράτειρας δύναμης. Η κατασκευασμένη αυτή «αλλαγή» εκφράζεται, πράγματι, αριστουργηματικά και προφητικά συγχρόνως στο γνωστό βιβλίο του George Orwell «1984». Αυτή είναι η Νέα Εποχή (New Age).

Η Νέα Εποχή κινείται, λοιπόν, σε τρία επίπεδα:
το πολιτικό, που σημαίνει κατίσχυση μιας υπερδύναμης με μονοκρατορικό παγκόσμιο ρόλο. το πολιτιστικό, με την επικράτηση ενός ραφιναρισμένου και ανανεωμένου δυτικού (φραγκογερμανικού) πολιτισμού. Τα γραφόμενα από κοινωνιολόγους του συστήματος, όπως ο Χάντιγκτον ή ο Ετζιόνι, κατά τη δική μου ανάγνωση, αυτό ακριβώς εκφράζουν: τη διαφοροποίηση του δυτικού πολιτισμού από την Ορθοδοξία και το Ισλάμ (ως διαπίστωση είναι απόλυτα ακριβής) για την επιβολή, στην επερχόμενη πολιτισμική σύγκρουση, του ευρωαμερικανικού «πολιτισμού» (της υποκουλτούρας, του ρέηβ, των ναρκωτικών και της κόλας).

Το τρίτο επίπεδο είναι το θρησκευτικό. Οι συνάξεις στην Ασσίζη (1986 κ.ε.) - διαθρησκειακές συμπροσευχές δηλαδή υπό την ηγεσία του Πάπα –δείχνουν, ότι τέθηκε ήδη σε λειτουργία ο σχετικός μηχανισμός, για την επικράτηση της παγκόσμιας θρησκείας με βάση την αρχή, ότι κάθε θρήσκευμα προσφέρει σωτηρία (πανθρησκειακή εκδοχή της «θεωρίας των κλάδων»). Αυτά απαιτούν, φυσικά, αναίρεση του Χριστιανισμού, και μάλιστα στην αυθεντικότητά του (Ορθοδοξία).

Θα μπορούσαμε ίσως να προσθέσουμε και ένα τέταρτο επίπεδο, το επιστημονικό, με την εξέλιξη της Βιολογίας και των ειδικών επιστημονικών κλάδων της (Βιογενετική - Βιοτεχνολογία - Γενετική Μηχανική), που προσφέρουν δυνατότητες απεριόριστες «προς χρήσιν» από την Υπερδύναμη, όποτε θελήσει να χρησιμοποιήσει όλες τις σχετικές επιστημονικές ανακαλύψεις-εξελίξεις για την ευκολότερη και ευρύτερη επικράτησή της.

3. Ο συνειδητά Ορθόδοξος εντάχθηκε στην Ενωμένη Ευρώπη, με συγκεκριμένες βεβαιότητες, που θα αποβούν καθοριστικές για την περαιτέρω παρουσία και στάση του μέσα σΆ αυτήν και γενικά στη νέα παγκόσμια πραγματικότητα. Έχει σαφή συνείδηση της διαμετρικής διαφοράς ορθόδοξου και δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού.

Όλες οι εκφάνσεις του ελληνορθόδοξου πολιτισμού αποτυπώνουν τον αγώνα του ανθρώπου για την τελείωση της ύπαρξής του μέσα στην άκτιστη και θεουργική θεία χάρη. Στόχος του δεν είναι ο εξανθρωπισμός ή η ηθική βελτίωση του ανθρώπου, αλλΆ η υπέρβαση της κτιστότητάς του, με την ανάδειξη του ανθρώπου σε Θεάνθρωπο «κατά χάριν». Ανθρωπολογικό πρότυπο της Ορθοδοξίας δεν είναι ο «καλός καγαθός» άνθρωπος, αλλΆ ο Θεάνθρωπος.

Οι ορθόδοξοι λαοί στην πλατιά διαστρωμάτωσή τους είναι ζυμωμένοι μέσα σΆ αυτή την πολιτισμική παράδοση και παρά τις αναμφισβήτητες αλλοιωτικές επιρροές, που έχουν δεχθεί στην ιστορική τους πορεία, διακρατούν στη συνείδησή τους τα ζώπυρα αυτής της παράδοσης, που εκφράζεται στις οριακές στιγμές της ως «ανθρωπιά» και «φιλότιμο», όροι πρακτικά άγνωστοι σήμερα στον πολιτισμό της Δύσης.

Η δυτική κοινωνία, μέσα στις ιστορικές μεταλλαγές της (μετά από τα ισχυρά ρήγματα στην πολιτιστική συνέχειά της: αναγέννηση, διαμαρτύρηση, διαφωτισμός), έχει οδηγηθεί σε μιαν άλλη στάση ζωής, ριζικά αποστασιοποιημένη από τον ορθόδοξο πολιτισμό της προκαρλομάγνειας περιόδου της.

Η μετακαρλομάγνεια Ευρώπη, αποκομμένη από την πατερικότητα, ανέπτυξε έναν πολιτισμό που έχασε κυριολεκτικά την αυθεντική έννοια του Θεού, του ανθρώπου και της κοινωνίας. Ενώ δε παρήγαγε μια εκθαμβωτική επιστημονική πρόοδο, αποδεικνύεται εντελώς ανίσχυρη να διαπλάσει ανθρώπους, που να μπορούν να χρησιμοποιούν τα επιτεύγματα της επιστήμης για τη σωτηρία του ανθρώπου και όχι την καταστροφική εκμετάλλευσή του. Και μόνο οι δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι, ως δημιουργήματα της Ευρώπης και του πολιτισμού της, δείχνουν που μπορεί να οδηγήσει ο «χωρίς Θεό», ρομποτοποιημένος, ευρωπαϊκός (δυτικός) άνθρωπος.

4. Η Ενωμένη Ευρώπη και η τροφοδοτούμενη από αυτήν δυτική κοινωνία παρουσιάζονται για την Ορθοδοξία ως αγρός ιεραποστολικός, χώρος μαρτυρίας του λόγου και του τρόπου (στάσης ζωής), που συνιστά την ουσία της ορθόδοξης παράδοσης.

Αυτή μπορεί να είναι η δική μας προσφορά στον παραπαίοντα σημερινό κόσμο, όσο περίεργο και αν φαίνεται αυτό στον δυτικοποιημένο Έλληνα πολιτικό ή διανοούμενο. Διαφορετικά, η παρουσία μας δεν θα είναι μόνο χωρίς σημασία, αλλά θα ολοκληρώσει την υποτέλεια και αλλοτρίωσή μας.

Η παρουσία της Ορθοδοξίας στο σύγχρονο κόσμο οφείλει να είναι πρωταρχικά πνευματική και λειτουργική.

Η Θεία Λειτουργία, με όλη τη λατρεία μας, είναι ο σημαντικότερος θησαυρός μας, διότι περικλείει και διασώζει δυναμικά το φρόνημα και τη ζωή των Αγίων μας, την πίστη και τον θεόνομο τρόπο ύπαρξής τους. Η ασκητική παράδοση των Αγίων μας, αρχαίων και νέων, είναι η πηγή του πολιτισμού μας, πεμπτουσία του οποίου είναι ο λόγος του Χριστού μας «μακάριον εστι διδόναι μάλλον ή λαμβάνειν» (Πραξ. 20, 35), που αναιρεί την εγωιστική βουλιμία και ατομοκρατική υστερία. Είναι αυτό που λέει ο λαός μας: «Κάμε το καλό και ριξΆ το στο γιαλό». Δεν γνωρίζω αν υπάρχει σε άλλους λαούς αυτή η παροιμία! Και όπως είπε ο Αριστοτέλης, στις παροιμίες ενός λαού αποταμιεύεται η συνείδηση και πείρα του.

Βέβαια, οφείλω μια διευκρίνηση. Όταν ο Στ. Ράνσιμαν υποστήριζε, ότι ο 21ος αι. θα είναι «ο αιώνας της Ορθοδοξίας», προϋπέθετε τους Ορθοδόξους. Ο βαθύς αυτός γνώστης της αγιοπατερικής και ησυχαστικής παράδοσης δεν εννοούσε, φυσικά, μιαν εθιμική «ορθοδοξία», ιδεολογικοποιημένη και σκανδαλίζουσα τις συνειδήσεις, εξουσιαστική και διεκδικητική της εξουσίας, όλα αυτά που περικλείει ο όρος «ορθοδοξισμός».

Ο Ράνσιμαν ταυτιζόταν στο θέμα αυτό με τον Μακρυγιάννη. Για τη «μαγιά» του ελληνορθόδοξου – ρωμαίϊκου Γένους μιλούσε κι αυτός. Αυτή η «μαγιά» μπορεί να λειτουργήσει ως πνευματικός καταλύτης. Όχι μόνο για τον νεοεποχίτικο κόσμο, αλλά και για μας τους ανίατα ξενομανείς Νεοέλληνες.

Ρεσάλτο-τεύχος 1, Δεκέμβριος 2005

Επιστροφή στην κορυφή
Κυπριανός Χριστοδουλίδης



Ένταξη: 03 Δεκ 2009
Δημοσιεύσεις: 564
Τόπος: Αθήνα

ΔημοσίευσηΔημοσιεύθηκε: Σαβ Νοέ 27, 2010 3:03 pm    Θέμα δημοσίευσης: Απάντηση με παράθεση αυτού του μηνύματος
Ο ιστορικός και η "προφητεία"

Από το άρθρο :

"Όταν ο Στ. Ράνσιμαν υποστήριζε, ότι ο 21ος αι. θα είναι «ο αιώνας της Ορθοδοξίας», προϋπέθετε τους Ορθοδόξους. Ο βαθύς αυτός γνώστης της αγιοπατερικής και ησυχαστικής παράδοσης δεν εννοούσε, φυσικά, μιαν εθιμική «ορθοδοξία», ιδεολογικοποιημένη και σκανδαλίζουσα τις συνειδήσεις, εξουσιαστική και διεκδικητική της εξουσίας, όλα αυτά που περικλείει ο όρος «ορθοδοξισμός»."


Κυπριανός Χ :

Δεν γνωρίζω ποιές προϋποθέσεις έθετε αυτός ο "βαθύς γνώστης της αγιοπατερικής και ησυχαστικής παράδοσης", όταν έλεγε ότι ο 21ος αιώνας θα είναι ο αιώνας της Ορθοδοξίας. Φυσικά, αναφέρομαι σε Ορθοδοξία και Ορθοδόξους.

Αν οι προϋποθέσεις του ήταν οι σημερινές : Μεταπατερικές, συναφειακές και λοιπές ανόητες εγχώριες - ή οι εκ Βοσπόρου αναχωρούσες - πλέουσες, ιπτάμενες, οδοιπορούσες κλπ. - δεν θα είχε άδικο. Αλλά αυτή δεν είναι Ορθοδοξία, ορθοδοξισμός ή ορθοδοξολογία. Είναι η απόλυτη "εθναρχούσα" ιδιωτεία με ιερατικό, φευ, ένδυμα.

Ο ιστορικός Ράνσιμαν, όταν γίνονταν τα ορθόδοξα ανοίγματα με τις συμπροσευχές, τα συλλείτουργα και τα άλλα διάφορα, έγραφε βεβαίως την ιστορία μελετώντας τις πηγές και παρέχοντάς μας ικανές πληροφορίες. Ουδέν πρόβλημα. Αλλά όταν φτάνεις στο σημείο να πεις ότι ο 21ος αιώνας θα είναι ο αιώνας της Ορθοδοξίας, μάλλον κάπου έχεις σκοντάψει ή άλλοι σε έβαλαν - όχι άμεσα, αλλά έμμεσα - να πεις αυτή τη μεγάλη κουβέντα.

Η Ορθοδοξία είναι συνώνυμη και ταυτόσημη λέξη με την αλήθεια. Αυτό είναι το διακριτικό της γνώρισμα. Όταν όμως βλέπεις ότι όχι μόνο η αλήθεια δεν επιδιώκεται από κανέναν εκ των υπευθύνων (ισχυρών κλπ.), αλλά διώκεται, και το ακόμη χειρότερο, ότι καταβάλλεται προσπάθεια να διαστρεβλωθεί και στην εντέλεια να πλαστογραφηθεί, τότε μάλλον κάτι πάει στραβά. Καλός ιστορικός μπορεί να είσαι, αλλά η σύγχρονη Ιστορία σου διαφεύγει. Οπότε η "προφητεία" σου είναι σκάρτη.

Και κάτι ακόμη, που δεν απασχόλησε τον ιστορικό Στήβεν Ράνσιμαν και φαίνεται, δεν απασχολεί κανένα από τους ενδιαφερομένους, που με το ισχυρό μικροσκόπιο της επιστήμης μας ανοίγουν τους οφθαλμούς.
Πώς εξηγούν το φαινόμενο - ιστορικό οπωσδήποτε - οι άλλοτε ισχυροί προστάτες ενός ταλαίπωρου και πλάνητος λαού, να γίνονται στο τέλος οι απηνείς διώκτες του σε σημείο αφανισμού του;

Πρώτοι ήταν οι Αιγύπτιοι, μετά ακολούθησαν Βαβυλώνιοι και Πέρσες. Πήραν έπειτα τη σκυτάλη οι Έλληνες για να ακολουθήσουν οι Ρωμαίοι. Αργότερα ήλθαν οι Ισπανοί και εσχάτως είχαμε τους Γερμανούς. Τώρα, ισχυροί προστάτες είναι η δημοκρατική Αμερική και η ατύπως συμβασιλεύουσα Βρετανία. Αν αυτοί οι δυο καταλάβουν τι παιγχνίδι, και από ποιους, παίζεται στην πλάτη τους για λογαρισμό άλλων, τότε πολύ φοβούμαι, ο ιστορικός Ράνσιμαν πρέπει να σηκωθεί από τον τάφο του και άλλη προφητεία να μας πει.


Υστερόγραφο

Δυσκολεύομαι, ειλικρινά, να συμβιβάσω τουτα τα δυο:
α) "Η ιδεολογία της Νέας Εποχής συνιστά, έτσι, πρόκληση ουσιαστική για την Ορθοδοξία"
και,
β) "... δεν εννοούσε, φυσικά, μιαν εθιμική «ορθοδοξία», ιδεολογικοποιημένη".

Τι είδους ιδεολογία πρέπει να αντιπαραθέσει η Ορθοδοξία, ώστε να μη τη χαρακτηρίσουμε "ιδεολογικοποιούσα" την ιδεολογία της - ή τις ιδεολογίες της;
Να εννοήσουμε άρα γε ότι η Νέα Εποχή έχει μη ιδεολογικοποιημένη ιδεολογία;
Ισχύει όμως κάτι τέτοιο ή μήπως στην ανυπόστατη ιδεολογία της Νέας Εποχής (όθεν και ο όρος "ιδεολογικοποίηση") θα πρέπει οι Ορθόδοξοι να αντιτάξουμε την ενυπόστατη δική μας ιδεολογία;
Επιστροφή στην κορυφή
Επισκόπηση του προφίλ των χρηστών Αποστολή προσωπικού μηνύματος Επίσκεψη στην ιστοσελίδα του Συγγραφέα
Πολυεπίπεδη επίθεση
Επισκέπτης





ΔημοσίευσηΔημοσιεύθηκε: Κυρ Νοέ 28, 2010 2:33 am    Θέμα δημοσίευσης: Απάντηση με παράθεση αυτού του μηνύματος
Η πρακτική του να απαξιώνουμε στο σύνολο της μια θέση επειδή δε συμφωνούμε με επιμέρους και δευτερεύοντα σημεία της θέσης είναι κατά τη γνώμη μου πρακτική που δε μας ταιριάζει. Αυτές τις πρακτικές ας τις αφήσουμε για άλλους.

Ναι, και εγώ με τη σειρά μου για διαφορετικούς λόγους και από διαφορετική αφετηρία δε θα συμφωνήσω με το σόφισμα περί "ορθόδοξου 21ου αιώνος", ίσως επειδή εμπεριέχει την ελληνορθόδοξη προσδοκία του νέου περιούσιου λαού στη θέση του παλαιού περιούσιου εκείνου της ΠΔ (Παλαιάς Διαθήκης).

Αν ο 21ος αιώνας είναι ο αιώνας της απελευθέρωσης του ανθρώπινου είδους από τον αρχέγονο πόλεμο για τη φωτιά (όπου φωτιά στις μέρες μας είναι η ενέργεια για να λειτουργήσει ο καπιταλισμός και τα παράγωγά του), θα εξαρτηθεί ίσως σε ένα βαθμό από την Ορθόδοξη και Ελληνική κοσμοαντίληψη, αλλά η τελική νίκη θα είναι αποτέλεσμα σύνθεσης σε πλανητικό επίπεδο φαινομενικά ετερόκλητων κοινωνικών δυνάμεων, τα οποία είτε βρίσκονται εν υπνώσει, είτε υπό διαμόρφωση.

Τα σημεία που θα επέλεγα ως αξιόλογα από το κείμενο του κ. Μεταλληνού είναι:

Η Νέα Εποχή κινείται, λοιπόν, σε τρία επίπεδα: το πολιτικό, που σημαίνει κατίσχυση μιας υπερδύναμης με μονοκρατορικό παγκόσμιο ρόλο. το πολιτιστικό, με την επικράτηση ενός ραφιναρισμένου και ανανεωμένου δυτικού (φραγκογερμανικού) πολιτισμού. Τα γραφόμενα από κοινωνιολόγους του συστήματος, όπως ο Χάντιγκτον ή ο Ετζιόνι, κατά τη δική μου ανάγνωση, αυτό ακριβώς εκφράζουν: τη διαφοροποίηση του δυτικού πολιτισμού από την Ορθοδοξία και το Ισλάμ (ως διαπίστωση είναι απόλυτα ακριβής) για την επιβολή, στην επερχόμενη πολιτισμική σύγκρουση, του ευρωαμερικανικού «πολιτισμού» (της υποκουλτούρας, του ρέηβ, των ναρκωτικών και της κόλας).

Το τρίτο επίπεδο είναι το θρησκευτικό. Οι συνάξεις στην Ασσίζη (1986 κ.ε.) - διαθρησκειακές συμπροσευχές δηλαδή υπό την ηγεσία του Πάπα –δείχνουν, ότι τέθηκε ήδη σε λειτουργία ο σχετικός μηχανισμός, για την επικράτηση της παγκόσμιας θρησκείας με βάση την αρχή, ότι κάθε θρήσκευμα προσφέρει σωτηρία (πανθρησκειακή εκδοχή της «θεωρίας των κλάδων»). Αυτά απαιτούν, φυσικά, αναίρεση του Χριστιανισμού, και μάλιστα στην αυθεντικότητά του (Ορθοδοξία).

Θα μπορούσαμε ίσως να προσθέσουμε και ένα τέταρτο επίπεδο, το επιστημονικό, με την εξέλιξη της Βιολογίας και των ειδικών επιστημονικών κλάδων της (Βιογενετική - Βιοτεχνολογία - Γενετική Μηχανική), που προσφέρουν δυνατότητες απεριόριστες «προς χρήσιν» από την Υπερδύναμη, όποτε θελήσει να χρησιμοποιήσει όλες τις σχετικές επιστημονικές ανακαλύψεις-εξελίξεις για την ευκολότερη και ευρύτερη επικράτησή της.
------------------------

Φυσικά και υπάρχει αυτό το επιστημονικό επίπεδο, χωρίς αυτό θα ήταν πολύ δύσκολο να προσδιορίσουμε την σκοπιμότητα των προηγούμενων επιπέδων, όπως και την ιδεοληψία της Νέας Εποχής (που δεν είναι και τόσο νέα...)

Επίσης δε θίγεται το ζήτημα της τρομοκρατίας, που ακουμπάει και στα τέσσερα αυτά επίπεδα.

Συνοπτικά η τρομοκρατία αγγίζει το πολιτικό-οικονομικό επίπεδο ως το αναγκαίο σκιάχτρο ή ψευδοαντίπαλο δέος απέναντι στον καπιταλισμό. Τελευταία μάλιστα έχει περάσει και στο φάσμα της οικονομίας, όπου με την απειλή της πείνας απαιτεί πειθαρχία στις μεθοδεύσεις εξαθλίωσης που απεργάζεται ο καπιταλισμός στην ολοκληρωτική του πλέον μορφή για τους λαούς όλου του πλανήτη.

Το πολιτιστικό επίπεδο το εκφράζει μέσα από την αραβοφοβία και με μανιχαϊσμούς συλλογισμούς "εμείς και οι άλλοι".

Στο θρησκευτικό επίπεδο διατρανώνει σαν συνέπεια της τρομοκράτησης στο πολιτιστικό επιπέδο, την ανάγκη εξεύρεσης εκείνης της πανθρησκείας που δήθεν θα εξασφαλίζει την αρμονική πολυπολιτισμικότητα, η οποία και είναι η αναγκαία συνθήκη για τη βιοσιμότητα του εγχειρήματος της παγκόσμιας διακυβέρνησης.

Στο επιστημονικό επίπεδο η έντεχνη εξάπλωση θανατηφόρων ιών που απειλούν την υγεία ανθρώπων, ζώων και διατροφικών ειδών έχει τη σκοπιμότητα του ελέγχου σε κεντρικό επίπεδο της πλανητικής βιομάζας.

Τέλος η χαλιναγώγηση των λειτουργών του θεάματος (ΜΜΕ) στη κατεύθυνση της πλύσης εγκεφάλου των λαών για τους παραπάνω κατασκευασμένους μύθους και κινδύνους που "παραμονεύουν" στη κάθε έκφανση της ζωής όπως και οι λύσεις "μονόδρομοι" οι οποίες συστηματικά προτάσσονται για την αποτροπή τους παίζει σημαντικότατο ρόλο.

Ελπίζω να μη το κούρασα !
Επιστροφή στην κορυφή
Κυπριανός Χριστοδουλίδης



Ένταξη: 03 Δεκ 2009
Δημοσιεύσεις: 564
Τόπος: Αθήνα

ΔημοσίευσηΔημοσιεύθηκε: Κυρ Νοέ 28, 2010 1:19 pm    Θέμα δημοσίευσης: Απάντηση με παράθεση αυτού του μηνύματος
Διευκρινιστικό :

Νομίζω είναι, αλλά αν δεν είναι το διευκρινίζω. Και το γράφω. Το σχόλιο που άφησα δεν απευθύνεται - και δεν ακουμπά - τον αρθρογράφο π. Γεώργιο, με βρίσκει άλλωστε σύμφωνο με μόνη εξαίρεση την αναφορά στον ιστορικό Στ. Ράνσιμαν. Αν δεν κάνω λάθος, μου φαίνεται ότι δεν συμφωνεί μαζί του και ο π. Γεώργιος, άσχετα αν κάνει μνεία του λόγου του.
Επιστροφή στην κορυφή
Επισκόπηση του προφίλ των χρηστών Αποστολή προσωπικού μηνύματος Επίσκεψη στην ιστοσελίδα του Συγγραφέα
ΘΑΛΕΙΑ
Επισκέπτης





ΔημοσίευσηΔημοσιεύθηκε: Δευ Νοέ 29, 2010 8:59 pm    Θέμα δημοσίευσης: Απάντηση με παράθεση αυτού του μηνύματος
ΡΕΣΑΛΤΟ τεύχος-2, Ιανουάριος 2006

Εκκλησία και Εξουσία

Του π. Γεώργιου Μεταλληνού



1. Στην Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού, αναγνωρίζεται ο θεόσδοτος χαρακτήρας της εξουσίας, «ίνα μη ο κόσμος εις ακοσμίαν εμπέση» (Ισίδωρος Πηλουσιώτης, 5ος αι. Ε.Π. 78, 657), ελέγχεται όμως συχνά η πτωτική κατανόηση και χρήση της. ΓιΆ αυτό υπογραμμίζεται η σχετικότητα και ο πνευματικός της χαραχτήρας για την Εκκλησία (πρβλ. ΑΆ Κορ. 9, 12. ΒΆ Κορ. 10, 8. ΒΆ Θεσσ. 3, 9 κ.α.).

Στην Κ.Δ. φανερώνεται, εξ άλλου, η δαιμονικότητα της εξουσίας του κόσμου (πρβλ. το διάλογο του Χριστού με τον Πιλάτο – Ιωάν. 18, 28 ε.) και προβάλλεται ο διακονικός και απελευθερωτικός χαραχτήρας της «εξουσίας» του Χριστού (Ματθ. 10, 1 και παράλλ., 28, 18 κ.ά.).

Παράλληλα,
γίνεται δεκτός ο πρωτογενής χαρακτήρας της πολιτικής εξουσίας (Ρωμ. 13), ενώ δια του Χριστού καθορίζεται και η στάση απέναντί της με το γνωστό λόγιο «απόδοτε τα καίσαρος καίσαρι κα τα του θεού τω θεώ» (Ματθ. 22,21), που δείχνει την ιεράρχηση των δύο εξουσιών και τη διαφοροποίησή τους, αφού, αν το νόμιμο ανήκει στον καίσαρα, ο άνθρωπος ως εικόνα του Θεού ανήκει ολόκληρος στο Θεό, ως νόμισμα όχι αυτοκρατορικό, αλλά θείο.

Η αποστολική πράξη –τέλος- εγκαινιάζει και τη δυνατότητα αντιστάσεως (ή έστω αρνήσεως υποταγής) στη δαιμονοποιημένη εξουσία («πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις», Πραξ. 5, 29).

2. Η πατερική ποιμαντική αντιμετωπίζει το πρόβλημα της εξουσίας, αλλΆ ως «ιατρείου πνευματικού» -θεραπευτηρίου δηλαδή της ανθρώπινης υπάρξεως- για την υπέρβαση των θρησκευτικών σχέσεων και τη μεταμόρφωση του ανθρώπου σε «ναό Θεού».

Μόνο πατερικά η Εκκλησία διασώζει το σκοπό της, που είναι η πρόσληψη σύνολης της ζωής του ανθρώπου και του κόσμου για τη μεταμόρφωσή της σε ευχαριστία και κοινωνία.

Η Εκκλησία ως «σαγήνη» (Ματθ. 13, 47) ή «αγρός» (13, 20) προσλαμβάνει όλο το φάσμα της ανθρώπινης ζωής (θεσμούς, οργάνωση της κοινωνίας, πολιτική), για να τα εκκλησιοποιήσει, να τα νοηματοδοτήσει εν Χριστώ, εγκεντρίζοντάς τα στο κυριακό σώμα.

Αυτό εκφράζει πανηγυρικά ο μεγάλος εκκλησιαστικός ποιητής Ρωμανός ο Μελωδός (6ος αι.), μεταπλάθοντας το «μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» του Ματθαίου (18,19) σε : «μαθητεύσατε έθνη και βασιλείας», που σημαίνει: εκκλησιοποιήσατε τα έθνη με όλη την πολιτειακή δομή τους.

Στο εκκλησιαστικό σώμα ενεργοποιείται μια ιδιότυπη εξουσία, διαμορφούμενη στα όρια της ευχαριστιακής σύναξης και ασκούμενη μέσω του μυστηρίου της ιερωσύνης.

Η «ιεραρχημένη πολλαπλότητα», της εν Χριστώ κοινωνίας αποτρέπει την απολυτοποίησή της, αφού όλων των δομών του εκκλησιαστικού σώματος υπέρκειται η σύνοδος. Όπως επεσήμανε δε ήδη ο μεγάλος ιστορικός Henry Gregoire, η Ορθόδοξη Εκκλησία διετήρησε τον δημοκρατικότερο τρόπο υπάρξεως, επιτυγχάνοντας μέσω του επισκοπικού συστήματος τη μεγαλύτερη δυνατή αποκέντρωση και μέσω της συνοδικότητας τη δυνατότητα συλλογικής εκφράσεως.

Όταν σώζεται η πατερικότητα, η εκκλησιαστική εξουσία παραμένει πνευματική και αυτό εκφράζει ένας λόγος του ιερού Χρυσοστόμου (Ε.Π. 61, 527), για να ελέγξει ασφαλώς υπερβάσεις και καταχρήσεις, όχι ασυνήθεις στην πτωτικότητά μας: «Ουκ έστιν (στην Εκκλησία) αρχόντων τύφος, ουδέ αρχομένων δουλοπρέπεια, αλλΆ αρχή πνευματική, τούτω μάλιστα πλεονεκτούσα, τω το πλέον των πόνων, ου τω τας τιμάς πλείους επιζητείν». Και αυτό, διότι «… πρόβατα και ποιμένες προς την ανθρωπίνην εισί διαίρεσιν, προς δε τον Χριστόν πάντες πρόβατα» (Ε.Π. 52, 784). Όλο το σώμα δεν είμεθα παρά πρόβατα του μόνου αληθινού Ποιμένος, του Χριστού, και «σύνδουλοι» ενώπιόν Του (Ματθ. 18,33).

Ο ρόλος της εκκλησιαστικής εξουσίας είναι όχι τιμωρητικός,
αλλά θεραπευτικός (από τη νόσο της αμαρτίας), προληπτικός, φιλάνθρωπος και διακονητικός. Σε τελευταία ανάλυση και αυτή η πολιτική εξουσία, στην αυθεντική εκκλησιαστική παράδοση, έχει διακονικό-υπηρετικό χαραχτήρα (υπουργός=διάκονος).

Η ενεργός, εξ άλλου, παρουσία της Εκκλησίας στον κοινωνικό χώρο, κατά την ορθόδοξη παράδοση, δεν συνιστά υπέρβαση ορίων, αφού η Εκκλησία δεν νοείται ως «ιερατείο», αλλά ως σώμα και πλήρωμα ζωής, ενώ η κοινωνία σύνολη είναι ο χώρος της μαρτυρίας του ευαγγελισμού της. Και σΆ αυτό ανταποκρίνεται, ήδη από τους πρώτους αιώνες, ο λαός που αποδέχεται θετικά την εκκλησιαστική διακονία. Είναι σαφής εδώ η διαπίστωση του Στ. Ράνσιμαν, ότι στο Βυζάντιο και το Μεταβυζάντιο, ουδέποτε υπήρξε χάσμα ανάμεσα στο λαό και τον παπά του.

Δίκαια, βέβαια, ο καθηγητής Σ. Αγουρίδης έχει επισημάνει («Ορθόδοξη Ελληνική Εκκλησία και κοινωνία σήμερα») ότι πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος «από τάσεις προς απόκτηση υπερ-εξουσιών και από ψευδο-πνευματικές φαντασιώσεις». ΓιΆ αυτό μαζί με την αυθεντικότητα συμπορεύεται και μια παθολογία της εκκλησιαστικής εξουσίας, που καταντά κακέκτυπη αντιγραφή της κοσμικής εξουσίας.

Εδώ εντοπίζεται το πρόβλημα της εκκοσμικεύσεως και θεσμοποιήσεως της Εκκλησίας, που συμπορεύονται ιστορικά. Σε κάποιες εκφράσεις και πραγματώσεις του ο Χριστιανισμός, στα πρόσωπα των φορέων του φυσικά, ιδεολογικοποιείται και θρησκειοποιείται. Με την επικράτηση της «μυστηριολογικής ευσέβειας» ο επίσκοπος γίνεται ένα είδος αρχιερέα της κρατικής θρησκείας (π.χ. από τον δ΄ αι.: “Das Konstantinische Zeitalter”), η συγκεντρούμενη δε στα χέρια των επισκόπων δύναμη γίνεται συχνά εξουσιαστική και ανταγωνιστική προς εκείνη της Πολιτείας.

Βέβαια, πρέπει να λεχθεί, ότι το πρόβλημα εδώ δεν είναι η πολιτική θεσμοποίηση της Εκκλησίας, αλλΆ η απώλεια του σκοπού υπάρξεώς της.
Τότε η προτεραιότητα των επιλογών μετατοπίζεται από το υπερβατικό στις ενδοκοσμικές σκοπιμότητες, για τις οποίες χρησιμοποιείται η κοσμική εξουσία.

Η θεσμοποίηση της εκκοσμικεύσεως συνέβη καθολικά στη Δύση και μερικά στην Ανατολή
, κυρίως από τον 19ο αιώνα, μολονότι στην «καθΆ ημάς ανατολή» οι ιστορικές συνθήκες δεν επέτρεψαν ποτέ την κρατικοποίηση της Εκκλησίας, αλλΆ αντίθετα την πολιτειοκρατία προτεσταντικού τύπου δια των Βαυαρών και του πραξικοπηματικού αυτοκεφάλου του 1833. Όπου, μάλιστα, η Εκκλησία ως ιεραρχία, αποβαίνει εξουσιαστική δύναμη, όπως στον Παπισμό, βρίσκεται συνεχώς σε μιαν αντιπαλότητα προς την πολιτική εξουσία.

Ορθά δε επισημαίνει ο καθηγ. Χρ. Γιανναράς (Αλήθεια και ενότητα της Εκκλησίας, 1977, σ. 137), ότι η επιδίωξη επιβολής των «χριστιανικών αρχών» για την ηθικοποίηση της κοινωνίας είναι η πρώτη ιστορικά έκφραση ολοκληρωτισμού, που οδηγεί νομοτελειακά στη δογματοποίηση (προσοχή: αυτό σημαίνει απόδοση σωτηριολογικού χαρακτήρα) της “Plenitudo Potestatis” και της αλάθητης ηγεσίας.

Παρόμοιες τάσεις δεν λείπουν, βέβαια, και στην Ανατολή, αλλά έμειναν ευτυχώς «τάσεις», απορριπτόμενες ως πλάνη και αντιχριστιανικότητα.

Ο μοναχισμός,
μάλιστα, ήδη από τον 4ο αιώνα, παραμένει ιδιαίτερα στην Ανατολή, έμπρακτη δυναμική διαμαρτυρία στην εκκοσμίκευση και αγώνας μόνιμος για τη συνέχεια του εκκλησιαστικού τρόπου υπάρξεως, της διακονικής δηλαδή μαρτυρίας της Εκκλησίας στον κόσμο.

Οι κανόνες, επίσης, της συνοδικής παραδόσεως αναδιαγράφουν συνεχώς τα όρια και την ποιότητα της εκκλησιαστικής μαρτυρίας, ώστε κάθε παρέκβαση να κρίνεται αυτόματα ως αντιεκκλησιαστική, δηλαδή αντιχριστιανική.




3. Οξύ όμως είναι και το πρόβλημα της αντιμετωπίσεως εκκλησιαστικά της δαιμονικής επάρσεως της κοσμικής εξουσίας, με τον απόλυτό της μάλιστα συχνά χαραχτήρα. Ο χριστιανός έχει συνείδηση, ότι δεν είναι απλά πολίτης του κόσμου, αλλά της ουράνιας βασιλείας. Το «πολίτευμά» του είναι «εν ουρανοίς» (Φιλιππ. 3, 20). Η διαχρονική επιβίωση αυτής της συνειδήσεως διακριβώνεται στον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό (18ος αι.) στην αναφορά του στην «διπλή πατρίδα», τη «γήϊνη και ματαία» εδώ στη γη και την αιώνια «εν ουρανοίς». Ήδη τον βΆ αι. ομολογείται (Προς Διόγνητον 5, 10), ότι «οι χριστιανοί πείθονται τοις κειμένοις νόμοις και (=αλλά) τοις ιδίοις βίοις νικώσι τους νόμους».

Η νομιμοφροσύνη,
συνεπώς, του Χριστιανού δεν είναι καρπός της επιβολής της πολιτειακής εξουσίας, αλλά της ενοικούσης σΆ αυτόν χάριτος. Ως πολίτης της ουράνιας βασιλείας ο Χριστιανός είναι ελεύθερος από την κοσμική εξουσία, διότι η υποταγή του σΆ αυτήν, «εν οις εντολή Θεού μη εμποδίζηται» (Μ. Βασίλειος, Ε.Π. 31, 861), είναι σχετική και πρόσκαιρη, όπως αποδεικνύει διαιώνια το μαρτύριο, ως αντίσταση στην πολιτική τυραννία.

Ακόμη όμως σημαντικότερο είναι το πρόβλημα του εναγκαλισμού της Εκκλησίας με την πολιτειακή εξουσία, έστω και αν η τελευταία εμφανίζεται ως ορθόδοξη, όπως συνέβη σε μας από τον 19ο αιώνα.

Είναι γνωστά τα προβλήματα, που προκάλεσε ο όρος «επικρατούσα θρησκεία» (μεταφορά από τα Επτάνησα και μετάφραση των δυτικών Established Church, Chiesa Dominante). Η βαυαρική επιβολή του Staatskirchentum –όχι χωρίς αντίσταση φυσικά- οδηγεί στον εφοδιασμό της εκκλησιαστικής Ιεραρχίας (ας θυμηθούμε τον εντελώς αντορθόδοξο θεσμό της «αριστίνδην συνόδου», που εμφανίζεται σε κάθε ανώμαλη περίοδο του πολιτικού μας βίου), με εξουσίες, απλώς για την εξυπηρέτηση της Πολιτείας, οπότε στην ουσία λειτουργεί ως δέσμιά της (πρβλ. τα Ευαγγελικά, το ανάθεμα κατά του Βενιζέλου, την αποδοχή του νέου ημερολογίου κλπ.).

Ακόμη και στην περίπτωση του «χωρισμού» Εκκλησίας-Πολιτείας, η πολιτειοκρατία μπορεί να αποβεί ακόμη σκληρότερη και εξουθενωτικότερη, με τις ανοικτές πλέον πιέσεις της προς μια ανίσχυρη πια Ορθοδοξία.

4. Μόνο στην περίπτωση της ορθά (δηλαδή κατά τους ιερούς και τους πολιτειακούς κανόνες) λειτουργούσας συναλληλίας ή συμφωνίας (κατά το γράμμα και το πνεύμα του κρατούντος Συντάγματός μας) ο εκκλησιαστικός χώρος διακονεί το λαό και όχι το κράτος, συνεργαζόμενος όμως μαζί του (άρθρο 2 του Καταστ. Χάρτη της Εκκλησίας, 1975).

Εκκλησία και Πολιτεία στην ελληνορθόδοξη πολιτισμική παράδοση διακονούν τον ίδιο λαό, κάθε πλευρά με τον δικό της τρόπο. Η συναλληλία ως το μόνο σύμφωνο με την παράδοσή μας σύστημα σχέσεων, η τυχόν ανατροπή του οποίου θα επιφέρει καταστροφικές ρήξεις, συνιστά αλληλοπεριχώρηση των δύο πλευρών για τη διακονία του ίδιου λαού.

Μη λησμονούμε, εξ άλλου, ότι υπερβάσεις στη χρήση της εξουσίας στη δική μας παράδοση γίνονται κατά κανόνα από την πλευρά της Πολιτείας, που αυτονοηματοδοτείται μεταφυσικά. Στις περιπτώσεις αυτές συνήθως συντελείται καπήλευση της θρησκευτικής πίστεως για την επιβολή καισαροπαπισμού εν ονόματι του Θεού. Ο Εκκλησιαστικός χώρος στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζει μια διπλή στάση, που καθορίσθηκε προγραμματικά από τον Ευσέβιο Καισαρείας και Μ. Αθανάσιο (δ΄ αι.) και φθάνει ως σήμερα.

Η άρση της δυσλειτουργίας δεν επιτυγχάνεται με εισαγόμενες λύσεις, αλλά με την επανεκκλησιοποίηση (για τη δυτικίζουσα από τον 19ο αι. Πολιτεία μας: αναπαλαίωση) των νοοτροπιών.

Μια επιβαλλόμενη ενιαιοποίηση θα ισοπεδώσει τις πολιτισμικές παραδόσεις των μικρών λαών (εθνών), όπως έλεγε ο δάσκαλός μου στην Κολωνία Berthold Rubin (βυζαντινολόγος).

Μη λησμονούμε δε, ότι, αν «πολιτικά ανήκομεν εις την Δύσιν», πνευματικά ανήκομεν στην Ορθόδοξη Ανατολή και κάθε αλλαγή δεν μπορεί να γίνει ερήμην των άλλων Ορθοδόξων αδελφών μας και εις βάρος της Πανοθροδόξου ενότητας. Τη βούλησή του, άλλωστε, στο πρόβλημα αυτό έχει εκφράσει επανειλημμένα ο λαός μας με τις κατά καιρούς σφυγμομετρήσεις και κατΆ εξοχήν με τη στάση του στον «πολιτικό γάμο».

Η διατήρηση του συντάγματος, ως έχει, στα άρθρα 3 και 13, διακρατεί μεν την εθνική ταυτότητά μας, αλλά και λύει το πρόβλημα των αληθινών (και όχι κατασκευαζομένων) θρησκευτικών μειονοτήτων της χώρας μας. Η παρουσία δε της ελληνορθόδοξης παραδόσεως στα όρια της Ενωμένης Ευρώπης, ως μόνιμη υπόμνηση του ευρωπαϊκού παρελθόντος, θα βοηθεί την αξιολόγηση και αξιοποίηση των σχέσεων Εκκλησίας-Πολιτείας και στον ευρωπαϊκό χώρο, στα όρια της πλουραλιστικής αντιδόσεως και όχι μιας (επιδιωκόμενης από κάποιους) μονοδρομικής «μετακενώσεως».

Ο σεβασμός, λοιπόν, των «διακριτών ρόλων» Πολιτείας και Εκκλησίας, με βάση το Νόμο 590/1977, που είναι Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας μας, συμβάλλει στην αποφυγή άκαιρων αναστατώσεων και, προπάντων, διάσπασης της ενότητας του εθνικού σώματος, ιδιαίτερα αναγκαίας στην εποχή μας.

Επιστροφή στην κορυφή

 
Μετάβαση στη:  
Μπορείτε να δημοσιεύσετε νέο Θέμα σ' αυτή τη Δ.Συζήτηση
Μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
Δεν μπορείτε να επεξεργασθείτε τις δημοσιεύσεις σας σ' αυτή τη Δ.Συζήτηση
Δεν μπορείτε να διαγράψετε τις δημοσιεύσεις σας σ' αυτή τη Δ.Συζήτηση
Δεν έχετε δικαίωμα ψήφου στα δημοψηφίσματα αυτής της Δ.Συζήτησης

Όλες οι Ώρες είναι GMT + 2 Ώρες