Ρεσάλτο |
Δημοσιεύθηκε: Παρ Φεβ 25, 2022 6:52 pm Θέμα δημοσίευσης: Η Ουνία-Πρόσωπο και Προσωπείο |
|
Η Ουνία-Πρόσωπο και Προσωπείο
Του μακαριστού π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνού
Σημ. Ρεσάλτο:Με αφορμή τα γεγονότα της Ουκρανίας θα ήταν σκόπιμο να θυμηθούμε το ρόλο της Ουνίας στη Χριστιανική Ανατολή.
Οδυνηρό «αγκάθι» στον διάλογο Ορθοδοξίας-Ρωμαιοκαθολικισμού, που μάταια πασχίζουν να το υποτιμήσουν οι δικοί μας Οικουμενιστές, είναι η ΟΥΝΙΑ.
1. Λέγοντας «Ουνία», εννοούμε ένα θρησκευτικοπολιτικό σχήμα, που επινοήθηκε από τον Παπισμό για τον εκδυτικισμό της (μη λατινικής) Ανατολής, την πνευματικοπολιτική υποταγή της στην εξουσία του Πάπα. Συνδέεται, δηλαδή με την επεκτατική πολιτική του Παπισμού, της συνεπέστερης έκφρασης του ευρωπαϊκού φεουδαρχισμού, ο οποίος με το Κράτος του Βατικανού συνεχίζεται ως τις ημέρες μας. Βέβαια πρέπει να γίνεται κάποια διάκριση σε διάφορες φάσεις, που παρουσιάζει ιστορικά η υπόθεση της «Ουνίας». Διότι του συγκεκριμένου ιστορικού σχήματος προηγείται η ιδέα και η μεθόδευση της υποταγής της Ανατολής-και μάλιστα των Ορθοδόξων-στον Πάπα, μια μόνιμη τάση της Λατινικής Εκκλησίας μετά την διαφοροποίηση και απόσχισή της από την Ορθόδοξη Ανατολή. Εκεί, που ο άμεσος εκλατινισμός αποδεικνύεται δυσεπίτευκτος, εφαρμόζει ο Παπισμός την μέθοδο της Ουνίας, η οποία αποδεικνύεται έτσι, πανούργα επινόηση, διότι η υποταγή επιτυγχάνεται με το πρόσχημα της συνέχειας και ελευθερίας.
Η επεκτατική αυτή κίνηση του Παπικού θρόνου ονομαζομένη ΟΥΝΙΑ ή ΟΥΝΙΤΙΣΜΟΣστη γλώσσα μας, οφείλει το όνομά της στη λατινική λέξη UNIO (ένωση), αλλά μόλις το 1596 έλαβε στην Πολωνία επίσημα το όνομα UNIA (σλαβ. UNIJA). Το όνομα χρησιμοποιήθηκε τότε, για να χαρακτηρισθεί όχι μόνο η ενωτική κίνηση με τον Πάπα, αλλά και το συγκεκριμένο σώμα (κοινότητα) των Ορθοδόξων, οι οποίοι συνοδικά απεφάσισαν όχι την ολοτελή προσχώρησή τους στον Παπισμό, αλλά μόνο την αναγνώριση του Πάπα ως πνευματικής κορυφής των, διατηρώντας τα λατρευτικά και λοιπά έθιμά τους και δίνοντας, έτσι, εξωτερικά την εντύπωση της συνέχειας και παραμονής στο εθνικό πλαίσιό τους.
Η διακράτηση του «ανατολικού» ή «βυζαντινού» «ρυθμού» από τους Ουνίτες εξηγεί τα ονόματα βυζαντυνόρρυθμοι, βυζαντινού ρυθμού, ελληνόρρυθμοι, ελληνοκαθολικοί κ.ά., με τα οποία συνήθως χαρακτηρίζονται. Περισσότερο όμως ανταποκρίνεται στα πράγματα η ονομασία «Καθολικοί της Ανατολής», διότι οι Ουνίτες είναι ουσιαστικά παπικοί, δεχόμενοι σύνολη την παπική διδασκαλία, και μάλιστα τα δόγματα εκείνα, που διαφοροποιούν ριζικά τον Παπισμό από την Ορθοδοξία, και μόνο εξωτερικά και επιφανειακά, με την περιβολή των κληρικών τους και τα ανατολικά έθιμά τους («ρυθμός»), δίνουν την απατηλή εντύπωση, ότι παραμένουν ορθόδοξοι.
2. Η ιδέα της Ουνίας, ως μεθόδου και τρόπου υποταγής, συναρτάται με την επεκτατική βούληση της φραγκευμένης Παλαιάς Ρώμης, συνισταμένη στην εξάπλωση και επιβολή του παπικού πρωτείου εξουσίας. ΓιΆ αυτό δεν είναι περίεργη η διαπίστωση, ότι η Ουνία, ως ιδέα, γεννήθηκε και αναπτύχθηκε παράλληλα με την Ιερά Εξέταση (Inquisitio). Ιερά Εξέταση και Ουνία αποδείχθηκαν αμφιθαλείς καρποί του παποφραγκικού πνεύματος. Και η μεν Ιερά Εξέταση ανέλαβε την επιβολή της παποφραγκικής εξουσίας στα όρια της φραγκοκρατουμένης Δύσεως, η δε Ουνία επωμίσθηκε την επέκταση της θρησκευτικοπολιτικής παπικής εξουσίας στην Ανατολή. Με την Ιερά Εξέταση επιδιωκόταν η εξουδετέρωση των ανυποτάκτων στη παποφραγκική εξουσία˙ με την Ουνία, ο εκλατινισμός των αρνουμένων την κυριαρχία της Π. Ρώμης Ανατολικών. ΓιΆ αυτό και στην Ανατολή η υποταγή στον Πάπα, είτε ως κανονικός εκλατινισμός, είτε με την μέθοδο της Ουνίας, εκφραζόταν με το ρήμα: φραγκεύω (εφράγκευσε) ή περιφραστικά: έγινε φράγκος. Η Ουνία θα συμβαδίζει ιστορικά με την Ι. Εξέταση. Η μία, λοιπόν φωτίζει το ρόλο της άλλης.
Η συνοδική, δηλαδή «εκκλησιαστική», καταξίωση της Ιεράς Εξετάσεως, η θεσμοποίησή της, έγινε διαδοχικά επί Ιννοκεντίου Γ΄ (1198-1216) στα έτη 1205, 1206, 1212 και κυρίως στη δ΄ σύνοδο του Λατερανού (1215), ολοκληρώθηκε δε το 1233 επί πάπα Γρηγορίου Θ΄. Από την εποχή δε του πάπα Ιννοκέντιου Δ΄ (1243-1254) θεσμοθετήθηκε (αναγνωρίσθηκε εκκλησιαστικά) και η χρήση των βασανιστηρίων (1252) ως ανακριτικού μέσου. Η δράση της Ι. Εξετάσεως επεκτάθηκε στην Ιταλία, Ν. Γαλλία, Ισπανία, όπου υπήρχε ακμαιότερο ρωμαϊκό στοιχείο και λιγότερο στην Αγγλία και Γερμανία. Καταδιώχθηκαν συστηματικά Ιουδαίοι, Μωαμεθανοί, «αιρετικοί» (δηλαδή χριστιανοί-ρωμαίοι) και αργότερα Προτεστάντες. Την «επιστροφή» και αυτών στον Παπισμό ανέλαβε η Ιερά Εξέταση.
Ο Ιννοκέντιος Γ΄, μία δυναμική, αλλά κοσμικού φρονήματος μορφή, είναι πνευματικός πατέρας της Ουνίας, όπως και της Ιεράς Εξετάσεως, αφού αυτός περιέβαλε με την «εκκλησιαστική» καταξίωση και τις δύο. Λίγα χρόνια πριν (1204) είχε αλωθεί και καταστραφεί η Κωνσταντινούπολη από τις ορδές των φράγκων σταυροφόρων, με την ευλογία και υποστήριξη του ίδιου Πάπα. Αυτό που δεν πέτυχε η δύναμη των όπλων και ο βίαιος εκλατινισμός ανέλαβε να το επιτύχει η μέθοδος της Ουνίας, ενεργώντας ως μηχανισμός απάτης και «δούρειος ίππος» μεταξύ των ανατολικών χριστιανών.
Το κείμενο του σχετικού κανόνος είναι το ακόλουθο: «Εάν σε κάποια περιοχή ζουν διάφορα έθνη με διαφορετικές γλώσσες και εκκλησιαστικούς ρυθμούς (Ritus), ο επίσκοπος να εκλέξει άξιους άνδρες, οι οποίοι θα τελούν για κάθε μία εθνότητα τη θεία λατρεία στη γλώσσα και το ρυθμό της».
Στο ίσιο πνεύμα κινήθηκε και η βούλα του Πάπα Ιννοκέντιου Δ΄ (1243-1254) στα 1254, η οποία και πάλι έκανε δεκτά τα έθιμα των ανατολικών, με σκοπό όμως την βαθμιαία κατάργησή τους και τον πλήρη εκλατινισμό τους.
3. Οι πρώτοι αληθινοί Ουνίτες είναι οι ενωτικοί του Βυζαντίου, που υπέγραψαν και αποδέχθηκαν την ψευδοσύνοδο της Φλωρεντίας (1439), μένοντας με την αυταπάτη, ότι διατήρησαν τη συνέχειά τους και την ορθόδοξη παράδοσή τους. Εδώ δε, πρέπει να σημειωθεί, ότι η Ουνία δεν εξυπηρετεί μόνο τον Παπισμό, που μέσω αυτής επιτυγχάνει ευκολότερα τη διείσδυσή του, αλλά δίνει ένα άλλοθι και στους δικούς μας δυτικίζοντες-ενωτικούς για να αποφεύγουν τη μομφή του προδότη των πατρίων. Με το πρόσχημα της διατηρήσεως των εξωτερικών τύπων καλύπτουν την απεμπόληση της παραδόσεως και του εθνισμού τους.
Η Ουνία συνδέθηκε στην ιστορική εφαρμογή της με ένα δογματικό μινιμαλισμό. Αυτό, δηλαδή, που απαιτήθηκε από τη Ρώμη ήταν η αποδοχή των παπικών δογμάτων (πρωτείου και αλαθήτου) Αυτό σημαίνει αποδοχή του παπικού θεσμού, που αποτελεί την απόλυτη βάση του παπικού οικοδομήματος. Βέβαια, όπως ήδη έχει λεχθεί, οι Ουνίτες τελικά καταφάσκουν όλα τα δόγματα της Λατινικής Εκκλησίας, μένοντας μόνο τυπικά-εξωτερικά συνδεδεμένοι με την ορθόδοξη παράδοση. Σωτηρία όμως για τον Παπισμό είναι ουσιαστικά η αναγνώριση του Πάπα, δείγμα της αντιεκκλησιαστικότητάς του. Η σκοπιμότητα, μάλιστα, που κυριαρχεί στην περίπτωση των Ουνιτών, φαίνεται και από το γεγονός, ότι ενώ ο λατινικός κλήρος ακολουθεί την υποχρεωτική αγαμία, στους κληρικούς των Ουνιτών θα επιτραπεί να είναι νυμφευμένοι, για να διευκολύνεται προφανώς ο εξουνιτισμός. Συμπερασματικά, λοιπόν:
Η Ιερά Εξέταση συνδέεται με την αρχή της αλάθητης ηγεσίας (αλάθητο του Πάπα, Infallibilitas), που θεμελιώθηκε «δογματικά» από τον κορυφαίο σχολαστικό του μεσαίωνα Θωμά Ακινάτη (†1274). Το υπόβαθρο του παπικού αλαθήτου είναι η φραγκική ερμηνεία και χρήση της περί προορισμού διδασκαλίας του Αυγουστίνου, σε πλαίσια κοσμικά-πολιτικά. Η Ουνία απορρέει από την απαίτηση επιβολής του άλλου βασικού παπικού δόγματος, του πρωτείου εξουσίας, μέσα στον χριστιανικό κόσμο. Συγκεκριμενοποιείται και δραστηριοποιείται τον 16ο αιώνα, διότι τότε έλαβε χώρα γεγονός τεράστιας σημασίας: Γένεση του Προτεσταντισμού (1517). Ο Παπισμός αναζήτησε στήριγμα στην Ανατολή, για να εξισορροπηθεί η αμφισβήτησή του στη Δύση.
Η Ουνία και η Χριστιανική Ανατολή
4. Η Ουνία δεν είναι, ούτε μπορεί να νοηθεί, ως ένα «ενδιάμεσο σώμα» μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού. Είναι ένα κομμάτι του Παπισμού, αποτελούμενο από γεωγραφικά και μόνο «ανατολικούς» χριστιανούς, πλήρως ενσωματωμένους στη Λατινική Εκκλησία. Πολύ ορθά χρησιμοποιείται και γιΆ αυτούς, όπως για τους Προτεστάντες, ο χαρακτηρισμός «η κατΆ ανατολάς Δύσις». Το μόνο κοινό με την Ορθοδοξία είναι ο «ρυθμός» τους.
Η Ουνία παραμένει πάντοτε, κατά την πατριαρχική Εγκύκλιο του 1838, «μέθοδος απόκρυφος και όργανον καταχθόνιον, διΆ ου παρασύρουσι τους ευήθεις και ευαπατήτους προς τον Παπισμόν». Ουνία και Παπισμός ταυτίζονται. Οι Ουνίτες, μάλιστα, στηρίζουν τον παπικό θεσμό με φανατισμό μεγαλύτερο απΆ ό,τι οι Ρωμαιοκαθολικοί. Ανάμεσα στους τελευταίους υπάρχουν και κάποιοι, που κατορθώνουν να αποδεσμευθούν από τον «παπικό μυστικισμό», που έντεχνα καλλιεργείται, ιδιαίτερα στα κατώτερα λαϊκά στρώματα, και ασκούν μία, υποτυπώδη έστω, κριτική στον Πάπα (βλέπε π.χ. λατινική Αμερική). Οι Ουνίτες όμως από τον παπικό θεσμό εξαρτούν την ύπαρξή τους και γιΆ αυτό αποβαίνουν οι σκληρότεροι υποστηρικτές του Πάπα. ΓιΆ αυτό, ενώ σε παλαιότερες εποχές η Ρώμη ευχάριστα δεχόταν, ή και βοηθούσε, την αφομοίωση των Ουνιτών, σήμερα αποτρέπει την αφομοίωσή τους και ευνοεί τη διατήρησή τους. Διότι χρησιμοποιεί την αφοσίωσή τους, για να αποκαθιστά το κλονιζόμενο κύρος του Πάπα στη Δύση. Οι Ουνίτες σήμερα αναγκάζονται να κρατούν τα θρησκευτικά έθιμα της χώρας τους, οι ΄Ελληνες της Ελλάδος, οι Σύριοι της Συρίας κ.ο.κ., με το πρόσχημα της «καθολικότητος της Εκκλησίας», δηλαδή του Παπισμού, που εμφανίζεται έτσι ως παγκόσμια «δύναμη».
Η αποκοπή των Ουνιτών ολοσχερώς από το σώμα των Ορθοδόξων ήταν κοινή συνείδηση για τους ορθοδόξους πιστούς σε παλαιότερες εποχές, όταν τα πνευματικά αντανακλαστικά ακόμη λειτουργούσαν κανονικότερα. ΓιΆ αυτό όχι μόνο τους Λατίνους, αλλά και τους Ουνίτες, δεν τους ονόμαζαν ο λαός και λόγιοι θεολόγοι, ως τον 19ο αιώνα, Ρωμαιοκαθολικούς, αλλά παπικούς ή παπιστές και Κατόλικους, ως μετάφραση του Ιταλικού Catolico. Ο ορθόδοξος λαός είχε συνείδηση του περιεχομένου του όρου «Ρωμαίος» και «καθολικός», που και τα δύο σημαίνουν «ορθόδοξος». Ως προς την ουσία τους δε, ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός (†1444) τους αποκαλούσε «Γραικολατίνους» και «μιξόθηρας ανθρώπους». Η επέκταση του Οικουμενισμού επέφερε σύγχυση και στη χρησιμοποιουμένη ορολογία, ώστε να είναι ανάγκη σήμερα να ξεκαθαρισθούν και πάλι τα πράγματα.
Η Ουνία εντάχθηκε την κατάλληλη ιστορική στιγμή στην υπηρεσία των πολιτικών σχεδίων του παπικού κράτους (ως το 1929) και μετά του Βατικανού (ως κολοβωμένου γεωγραφικά παπικού κράτους), αλλά και των εξαρτωμένων από τη Ρώμη ή συνεργαζομένων μαζί της ρωμαιοκαθολικών Ηγετών και Κυβερνήσεων. ΓιΆ αυτό η παρουσία και ο ρόλος της δεν είναι ποτέ αμιγώς θρησκευτικός, αλλά θρησκευτικοπολιτικός. Και όταν ακόμη δεν αναμειγνύονται φανερά σε πολιτικές ίντριγκες οι Ουνίτες, και μόνο η ύπαρξή τους διευκολύνει τα επεκτατικά πολιτικά σχέδια του Παπισμού και των συμμάχων του. ΄Ετσι, ο χαρακτηρισμός «πολιορκητική μηχανή», για την Ουνία δεν είναι καθόλου έξω από τα πράγματα.
5. Από την πρώτη στιγμή της εφαρμογής της ιδέας της Ουνίας και της συγκροτήσεως ουνιτικών κοινοτήτων η κίνηση αυτή ανατέθηκε στην εποπτεία και καθοδήγηση του τάγματος των Ιησουϊτών των συνεπεστέρων θεραπόντων της παπικής εξουσίας ∙ αν επιτρέπεται ο όρος, των «καταδρομέων» του Παπισμού. Το Ιησουϊτικό Τάγμα ιδρύθηκε στο Παρίσι το 1540 και σΆ αυτό περιήλθε η «Sacra Congregatio de propaganda fidei» (1622), στην οποία εντάχθηκε η Ουνία. Ως παράρτημα της παραπάνω «Congregatio» ιδρύθηκε η «Congregatio pro Ecclesia Orientale», που από το 1917 έγινε αυτοτελής οργανισμός, για την προώθηση της παπικής προπαγάνδας στο χώρο της Ανατολής. ΣΆ αυτήν τελικά υποτάχθηκε η Ουνία έκτοτε και σΆ αυτή τη σχέση παραμένει ώς σήμερα. Η εξάρτηση της Ουνίας από το Ιησουϊτικό Τάγμα την κατέστησε «δίχτυ» του Ιησουϊτισμού για την προώθηση των συμφερόντων της Ρώμης. Καλλίνικο θύμα του Ιησουϊτισμού και της Ουνίας υπήρξε ο μαρτυρικός Οικουμενικός Πατριάρχης Κύριλλος Α΄ ο Λούκαρις (†1638), διότι αντιτάχθηκε στα σχέδια και των δύο. Και φυσικά δεν ήταν το μόνο θύμα τους στην ελληνική Ανατολή.
Ο πάπας Γρηγόριος ΙΓ΄ ίδρυσε το 1577 στη Ρώμη το Ελληνικό Κολλέγιο του Αγίου Αθανασίου, θεολογική Σχολή για την κατάρτιση των στελεχών της Ουνίας, που θα ανελάμβαναν δραστηριότητα στις ελληνόφωνες περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των Ενετοκρατούμενων περιοχών. Οι απόφοιτοι του Κολλεγίου αυτού υπέγραφαν κατά την αποφοίτησή τους Βούλα υποταγής στον Πάπα και απέβαιναν φανατικοί υποστηρικτές και κήρυκες της υποταγής των Ορθοδόξων στη Ρώμη. Η δράση τους υπήρξε καταλυτική για την Ορθοδοξία. Χρησιμοποιώντας μάλιστα πρώτοι αυτοί την καθομιλουμένη γλώσσα στα έντυπά τους αποκτούσαν μεγάλες δυνατότητες προσβάσεως στον απλό λαό. ΓιΆ αυτό και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, πιστό στον εθναρχικό του ρόλο, υιοθέτησε αμέσως το ίδιο μέτρο, για να πληροφορεί το πλήρωμά του.
6. Δεν περιορίσθηκε όμως στα πνευματικά μέσα η δράση της Ουνίας. ΄Οπου η τοπική κρατική εξουσία ήταν φιλοπαπική, χρησιμοποιήθηκε και η ωμή βία για την υποταγή των Ορθοδόξων. Αυτό συνέβη στην Πολωνία στα τέλη του 16ου αιώνα. Ο βασιλιάς της Πολωνίας Σιγισμούνδος Γ΄ (1587-1632) επέβαλε την Ουνία στους Ορθοδόξους της Πολωνίας, όπως και σΆ εκείνους της Λιθουανίας και Ουκρανίας, με βίαιο τρόπο, ύστερα από την ουνιτική σύνοδο του Βρεστ-Λίτοβσκ (1596). Κάθε αντίδραση αντιμετωπίσθηκε με τη βία από τους Λατίνους και τους Ουνίτες Κληρικούς και σημειώθηκε σωρεία εγκλημάτων. Στην παραπάνω σύνοδο όλοι σχεδόν οι Επίσκοποι υπέγραψαν την ένωση και εκατομμύρια Ορθόδοξοι έγιναν αναγκαστικά Ουνίτες. Οι εναπομείναντες Ορθόδοξοι υπέστησαν πρωτοφανείς διωγμούς. Παράλληλα η Ουνία επεκτάθηκε στη Ρουθηνία (Καρπαθορρωσία) τον 17ο αι. (1646), στη Σλοβακία (1649), στη Τρανσυλβανία (1698/99), και γενικά, όπου υπήρχε ορθόδοξο πλήρωμα (Σερβία, Αλβανία, Βουλγαρία, Γεωργία, Οικουμενικό Πατριαρχείο, Ελλάδα).
Αλλά και στη Μέση Ανατολή εισέδυσε ο Παπισμός δια της Ουνίας, εκμεταλλευόμενος τις κατά καιρούς τοπικές διαμάχες εκκλησιαστικών μερίδων, την αμάθεια του τοπικού Κλήρου, τις περιπέτειες του λαού και τα δημιουργούμενα κενά. Μέσω της Ουνίας προσφερόταν «προστασία» των ισχυρών της Ευρώπης, όπως ακόμη άρτια ποιμαντική, εκπαιδευτική και οικονομική οργάνωση.
Η Ουνία στους τέσσερις τελευταίους αιώνες δραστηριοποιήθηκε και στις «αντιχαλκηδόνιες» Εκκλησίες της Ανατολής (Αιθιοπική, Αρμενική, Κοπτική, Μαλαμπαρινή, Συροϊακωβιτική). Ακόμη εισέδυσε στην Ασσυριακή Νεστοριανική Εκκλησία, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η Χαλδαιοκαθολική Εκκλησία της Μέσης Ανατολής, με πιστούς στο Ιράκ, τη Συρία, το Λίβανο, την Τουρκία, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τη Γαλλία και τις Η.Π.Α.
Οι ανακατατάξεις στο χώρο της Ανατολικής Ευρώπης, και ιδιαίτερα στην τέως Σοβιετική ΄Ενωση, έδωσαν την ευκαιρία στο Βατικανό να σπεύσει για την κάλυψη των δημιουργουμένων κενών μέσω της Ουνίας. Η κίνηση, μάλιστα, και προβολή της Ουνίας συνοδεύεται από την έντεχνα εξαπλούμενη παπική προπαγάνδα, ότι οι Ουνίτες υπήρξαν θύματα της κομμουνιστικής θηριωδίας και με την αντίστασή τους συνέβαλαν στην πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Και είναι μεν γεγονός, ότι και οι Παπικοί ή Ουνίτες είχαν, όπως και οι Ορθόδοξοι και οι άλλοι Χριστιανοί, τα θύματά τους από το 1917 ως την Περεστρόϊκα. Αποσιωπάται όμως έντεχνα η συνεργασία Παπικών και Ουνιτών με τις ναζιστικές δυνάμεις και η προδοσία απέναντι στην πατρίδα τους κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, που προκάλεσε τη μήνη του Στάλιν και τις εναντίον τους ενέργειές του. Οι Ορθόδοξοι επωμίσθηκαν το μεγάλο βάρος της υπερασπίσεως της Σοβιετικής Ενώσεως από τις ορδές των Ναζιστών, τους οποίους, λόγω του κογκορδάτου του Πάπα Πίου ΙΑ΄ με τον Χίτλερ (1933), δέχονταν ως φίλους και συμμάχους οι Παπικοί και Ουνίτες της Σοβιετικής Ενώσεως και των άλλων ανατολικοευρωπαϊκών Χωρών.
Και είναι μεν γεγονός, ότι με τη σύνοδο του Λβόβ (Μάρτιος 1946) ο Στάλιν εκδικήθηκε τους Ουνίτες αναγκάζοντάς τους στην Ουκρανία να ενωθούν με την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας. Μέσα στην ταραγμένη ατμόσφαιρα και τον αιφνιδιασμό της Περεστρόϊκα οι Ουνίτες της Ουκρανίας αναδύθηκαν και πάλι προκλητικά, καθοδηγούμενοι από το Βατικανό, και όχι μόνο προέβαλαν με έντονο τρόπο τις διεκδικήσεις τους, δημιουργώντας αφόρητες καταστάσεις στους Ορθοδόξους, αλλά με φανερή μνησικακία και εκδικητικότητα προέβησαν σε βιαιοπραγίες και βανδαλισμούς (με ανθρώπινα θύματα). ΄Ετσι φάνηκε για μια ακόμη φορά το μίσος των Ουνιτών εναντίον των Ορθοδόξων και ο ξενοκίνητος ρόλος τους. Διότι, προφανώς, δεν πρόκειται για αυθόρμητες και απροϋπόθετες εκρήξεις, αλλά για εντολές του Βατικανού, που ενθάρρυνε τους Ουνίτες και ετόνωσε την προκλητικότητά τους, βιάζοντας έτσι τις πολιτικές εξελίξεις. Κατά γενική ομολογία τα νήματα κινούν ο Πάπας και η Κούρια από τη Ρώμη. Το Βατικανό συνεχίζει, έτσι, την μακραίωνη πολιτική του έναντι της ανυπότακτης Ορθοδοξίας, επιλέγοντας και πάλι το θρασύτερο και αποτελεσματικότερο όπλο εναντίον τους, την φανατισμένη Ουνία. Πίσω από τα επίπλαστα χαμόγελα και τους ασπασμούς των οικουμεν(ιστ)ικών σχέσεων ο Παπισμός δεν αλλάζει διαθέσεις και στόχους.
ΠΗΓΗ:
Περιοδικό Ρεσάλτο τ. 26, Μάρτιος 2008 |
|